Η επικαρπία αναφέρεται στη δυνατότητα να αξιοποιεί κανείς τα οφέλη ενός αντικειμένου χωρίς να έχει πλήρη κυριότητα πάνω σε αυτό. Αυτό το δικαίωμα μπορεί να προκύψει μέσω διαθήκης, σύμβασης ή νόμου. Στην περίπτωση των ακινήτων, η επικαρπία επιτρέπει στον επικαρπώτη να χρησιμοποιεί και να απολαμβάνει το ακίνητο, χωρίς ωστόσο να έχει την εξουσία να το αλλοιώσει ή να το μεταβιβάσει.
Σε περίπτωση κληρονομίας της επικαρπίας, ο διαθέτης ή οι συμβαλλόμενοι μπορούν να ορίσουν ποιος ή ποιοι από τους κληρονόμους θα έχουν αυτό το δικαίωμα, ενώ η πλήρης ιδιοκτησία θα παραμείνει σε άλλους κληρονόμους.
Η εγκατάσταση του κληρονόμου στην επικαρπία μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους, ανάλογα με τον τρόπο που προβλέπεται:
Μέσω διαθήκης: Ο διαθέτης πρέπει να αναφέρει στη διαθήκη του ότι ο κληρονόμος θα έχει το δικαίωμα της επικαρπίας στο κληρονομιαίο αντικείμενο. Αυτή η ενέργεια μπορεί να γίνει είτε με γενική διάταξη, είτε με ειδική αναφορά στη διαθήκη.
Μέσω σύμβασης: Οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν ρητά ποιος ή ποιοι θα έχουν το δικαίωμα της επικαρπίας στο κληρονομιαίο αντικείμενο. Αυτό μπορεί να γίνει είτε με κοινή δήλωση, είτε με άλλη σύμβαση.
Μέσω νόμου: Ο νόμος καθορίζει ποιος κληρονόμος θα έχει το δικαίωμα της επικαρπίας στο κληρονομιαίο αντικείμενο. Η επικαρπία λήγει με τον θάνατο του επικαρπώτη, με την πλήρη ιδιοκτησία να μεταβιβάζεται σε άλλους κληρονόμους.
Αυτά είναι τα βασικά στοιχεία σχετικά με την επικαρπία και την εγκατάσταση κληρονόμου σε αυτήν.
Η εισαγωγή ενός δικαιώματος κληρονομίας στην περιοχή της Επικαρπίας έχει τις εξής συνέπειες:
Ο δικαιούχος της επικαρπίας έχει το δικαίωμα να εκμεταλλεύεται και να λαμβάνει τα οφέλη από το περιουσιακό αγαθό που κληρονομεί.
Ο δικαιούχος της επικαρπίας δεν έχει το δικαίωμα να μεταβιβάσει αυτό το δικαίωμα σε άλλο άτομο.
Η επικαρπία λήγει με τον θάνατο του δικαιούχου της.
Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι ένας άνθρωπος καθορίζει στη διαθήκη του ότι η σύζυγός του θα έχει το δικαίωμα επικαρπίας στην ακίνητη περιουσία του, ενώ η ιδιοκτησία θα περάσει στα παιδιά του. Σε αυτήν την περίπτωση, η σύζυγος θα έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί και να επωφελείται από τα ενοίκια της ακίνητης περιουσίας, ενώ τα παιδιά θα κληρονομήσουν την ακίνητη περιουσία μετά τον θάνατο της συζύγου.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η επιλογή του διαθέτη να μεταβιβάσει ολόκληρη ή μέρος της κληρονομιάς σε τρίτο πρόσωπο μπορεί να επηρεάσει το νόμιμο μερίδιο των κληρονόμων που έχουν το δικαίωμα να κληρονομήσουν βάσει του νόμου.
Το νόμιμο μερίδιο είναι το ελάχιστο ποσοστό της κληρονομιάς που ανήκει στους νόμιμους κληρονόμους, ανεξάρτητα από τις διατάξεις της διαθήκης. Το ποσοστό της νόμιμης μερίδας καθορίζεται ανάλογα με το βαθμό συγγένειας του κληρονόμου με τον διαθέτη και την αξία της κληρονομιάς.
Σύμφωνα με τον Νόμο 1829, το νόμιμο μερίδιο του παιδιού που δεν έχει λάβει κληρονομιά από άλλους διαθέτες είναι το ήμισυ της κληρονομιάς που θα έπρεπε να λάβει αν είχε κληρονομήσει από τον διαθέτη. Αυτό σημαίνει ότι, αν ο διαθέτης έχει μόνο ένα παιδί που δεν έχει λάβει κληρονομιά από άλλους διαθέτες, τότε το παιδί θα πρέπει να λάβει τουλάχιστον το ήμισυ της κληρονομιάς που θα του αναλογούσε από τον διαθέτη.