Σύμφωνα με το άρθρο 1094 του Αστικού Κώδικα, ο ιδιοκτήτης ενός πράγματος μπορεί να ζητήσει από τον κάτοχο ή τον χρήστη του, να αναγνωρίσει την ιδιοκτησία του και να του επιστρέψει το πράγμα. Α
υτή η διάταξη αποτελεί τη βασική μορφή προστασίας της ιδιοκτησίας και εισάγει τη λεγόμενη διεκδικητική αγωγή. Η διεκδικητική αγωγή (rei vindication) είναι η κύρια αγωγή για την προστασία της ιδιοκτησίας σε περίπτωση προσβολής της και απευθύνεται κατά του τρίτου προσβάλλοντος, δηλαδή κατά του κατόχου ή χρήστη που δεν είναι ιδιοκτήτης.
Για να ασκήσει κάποιος τη διεκδικητική αγωγή, πρέπει να πληρούνται ορισμένες βασικές προϋποθέσεις. Πρώτον, πρέπει να αποδεικνύεται ότι ο ενάγων είναι ο ιδιοκτήτης του πράγματος. Δεύτερον, πρέπει να έχει συμβεί προσβολή της ιδιοκτησίας του. Τρίτον, το αίτημα της αγωγής πρέπει να είναι σαφές. Η ιδιοκτησία του ενάγοντος μπορεί να έχει αποκτηθεί είτε με πρωτότυπο τρόπο, είτε με παράγωγο τρόπο. Δεν έχει σημασία αν ο ιδιοκτήτης υπήρξε ποτέ κάτοχος ή αν έχασε τη νομή ή την κατοχή του πράγματος.
Η προσβολή της ιδιοκτησίας πρέπει να είναι τέτοια που να οδηγεί σε πλήρη στέρηση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας και σε αδυναμία άσκησης των εξουσιών που απορρέουν από αυτή. Αυτό συμβαίνει όταν κάποιος αφαιρεί ή κατακρατεί το πράγμα παράνομα και πλήρως, διακρινόμενο από την μερική προσβολή που αντιμετωπίζεται με άλλη αγωγή. Η καθολική προσβολή της ιδιοκτησίας μπορεί να συμβεί με την κατακράτηση ή αφαίρεση ενός κινητού πράγματος ή με την κατάληψη ενός ακινήτου ή με την άρνηση απόδοσης του πράγματος.
Το αίτημα της αγωγής πρέπει να έχει διπλό περιεχόμενο: την αναγνώριση της ιδιοκτησίας και την απόδοση του πράγματος. Για να είναι έγκυρη η αγωγή, πρέπει να περιέχει όλα τα απαραίτητα στοιχεία που απαιτούνται από το νόμο. Αυτά περιλαμβάνουν την ιδιότητα του ενάγοντος ως ιδιοκτήτη, την ακριβή περιγραφή του πράγματος, την προσβολή της ιδιοκτησίας και τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο εναγόμενος είναι ο κάτοχος ή ο χρήστης του πράγματος κατά τον χρόνο της αγωγής.
Ο ενάγων πρέπει να αναφέρει τα δεδομένα που αποδεικνύουν ότι είναι ο ιδιοκτήτης του πράγματος και να δηλώνει τον τρόπο με τον οποίο απέκτησε την ιδιοκτησία του. Επίσης, πρέπει να περιγράφει με ακρίβεια το πράγμα, ειδικά αν είναι ακίνητο, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία για την ταυτότητά του. Πρέπει να εκθέτει τα γεγονότα που καταδεικνύουν την προσβολή της ιδιοκτησίας του και να αποδεικνύει την ιδιότητα του εναγομένου ως κατόχου ή χρήστη του πράγματος.
Τέλος, στην αγωγή πρέπει να αναφέρεται η οικονομική αξία του πράγματος, η οποία καθορίζει το ύψος του δικαστικού ενσήμου. Αν λείπουν τα παραπάνω στοιχεία, η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Αυτό το απαράδεκτο εξετάζεται από το δικαστήριο αυτεπάγγελτα και δεν μπορεί να διορθωθεί με τις προτάσεις ή με παραπομπή σε άλλα έγγραφα της δίκης.