Νομικό πλαίσιο, περιορισμοί και πρακτικές εφαρμογές στην Ελλάδα
Η έφεση αποτελεί βασικό ένδικο μέσο στο ελληνικό δικονομικό σύστημα, δίνοντας στον διάδικο τη δυνατότητα να προσβάλει πρωτόδικη απόφαση, ζητώντας την επανεξέτασή της από ανώτερο δικαστήριο. Όμως τι συμβαίνει όταν έχει ήδη ασκηθεί μία έφεση κατά της ίδιας απόφασης και κάποιος άλλος ενδιαφερόμενος θελήσει να προσβάλλει την ίδια απόφαση με νέα, δεύτερη έφεση; Είναι κάτι τέτοιο επιτρεπτό;
Ας δούμε αναλυτικά το νομικό καθεστώς και τις προϋποθέσεις που διέπουν την άσκηση δεύτερης έφεσης κατά της ίδιας απόφασης.
Τι ορίζεται ως δεύτερη έφεση;
Η δεύτερη έφεση αναφέρεται στην περίπτωση όπου έχει ήδη ασκηθεί μία έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης και έπεται νέα, δεύτερη έφεση – είτε από τον ίδιο διάδικο, είτε από άλλο. Το ζήτημα αυτό σχετίζεται με την καταχρηστικότητα, τη συνένωση ενδίκων μέσων και το δικαίωμα προσβολής της δικαστικής κρίσης.
Νομικό υπόβαθρο
Η πολιτική δικονομία στην Ελλάδα προβλέπει, σύμφωνα με τα άρθρα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ), τα εξής:
Το άρθρο 513 ΚΠολΔ επιτρέπει την έφεση κατά απόφασης πρωτοβάθμιου δικαστηρίου εφόσον αυτή δεν είναι τελεσίδικη.
Το άρθρο 516 ΚΠολΔ προβλέπει τη δυνατότητα πολλαπλών εφέσεων, υπό την προϋπόθεση ότι οι διάδικοι έχουν έννομο συμφέρον.
Το άρθρο 222 ΚΠολΔ αναφέρει ότι σε περίπτωση συνένωσης δικών που εκκρεμούν στο ίδιο δικαστήριο, οι διαδικασίες μπορούν να ενωθούν εφόσον αφορούν την ίδια υπόθεση.
Άρα, δεν απαγορεύεται η άσκηση δεύτερης έφεσης, αλλά υπόκειται σε συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Ποιος μπορεί να ασκήσει δεύτερη έφεση;
Η δεύτερη έφεση μπορεί να ασκηθεί:
Από άλλον διάδικο που δεν είχε ασκήσει την πρώτη έφεση.
Από τον ίδιο διάδικο, αν επιθυμεί να προσθέσει νέους λόγους ή να συμπληρώσει την προηγούμενη έφεση, εφόσον δεν έχουν παρέλθει οι νόμιμες προθεσμίες.
⚖️ Προσοχή: Δεν επιτρέπεται κατάχρηση δικαιώματος με αλλεπάλληλες εφέσεις για την καθυστέρηση της δίκης.
Προθεσμία άσκησης δεύτερης έφεσης
Η προθεσμία είναι ίδια με την πρώτη έφεση:
30 ημέρες, αν ο εφεσίβλητος κατοικεί στην Ελλάδα.
60 ημέρες, αν κατοικεί στο εξωτερικό.
Η προθεσμία αρχίζει από την επίδοση της απόφασης.
Αν δεν έχει επιδοθεί η απόφαση, ισχύει η ετήσια προθεσμία από τη δημοσίευσή της.
Διαδικασία
Η δεύτερη έφεση ασκείται με τον ίδιο τρόπο όπως και η πρώτη:
Κατατίθεται έγγραφο δικόγραφο έφεσης στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο.
Ορίζεται ημερομηνία εκδίκασης στο Εφετείο.
Γίνεται κοινοποίηση στους διαδίκους.
Εάν οι δύο εφέσεις εξετάζονται ταυτόχρονα, μπορούν να συνενωθούν με απόφαση του Εφετείου.
Τι συμβαίνει αν οι εφέσεις είναι αντίθετες;
Όταν δύο διάδικοι ασκούν έφεση κατά της ίδιας απόφασης με αντίθετα αιτήματα, το Εφετείο:
Εξετάζει το κάθε δικόγραφο αυτοτελώς.
Σταθμίζει τα έννομα συμφέροντα και τα νομικά επιχειρήματα κάθε διαδίκου.
Μπορεί να τροποποιήσει, επικυρώσει ή ανατρέψει την απόφαση εν μέρει ή συνολικά.
Κίνδυνος κατάχρησης
Η δεύτερη έφεση δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως εργαλείο καθυστέρησης. Αν ο δικαστής κρίνει ότι υποβλήθηκε καταχρηστικά, μπορεί:
Να απορρίψει την έφεση ως προδήλως αβάσιμη.
Να επιβάλει δικαστικά έξοδα στον ενάγοντα.
Πρακτικά παραδείγματα
🔹 Ένας εκ των συνιδιοκτητών ακινήτου ασκεί έφεση για θέμα ιδιοκτησίας. Ο άλλος, που δεν συμμετείχε αρχικά, έχει δικαίωμα να ασκήσει δική του δεύτερη έφεση.
🔹 Σε διαφορά εργαζόμενου – εργοδότη, και οι δύο μπορούν να ασκήσουν ανεξάρτητες εφέσεις κατά της ίδιας απόφασης αν έχουν έννομο συμφέρον.
Το άρθρο 514 ΚΠολΔ απαγορεύει ρητά την άσκηση δεύτερης έφεσης από τον ίδιο διάδικο κατά της ίδιας απόφασης, είτε αφορά το ίδιο είτε άλλο κεφάλαιο αυτής. Δηλαδή:
🛑 Δεν επιτρέπεται ο ίδιος διάδικος να ξαναπροσβάλει την ίδια απόφαση με νέα έφεση, ακόμα κι αν φέρει διαφορετικά επιχειρήματα ή στοχεύει σε άλλο σημείο της απόφασης.
Εάν αυτός προσπαθήσει να το κάνει, το δικαστήριο οφείλει να απορρίψει την έφεση αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτη.
⚖️ Νομική και λειτουργική σημασία του άρθρου
Η διάταξη αυτή ενσωματώνει τη θεμελιώδη αρχή non bis in idem, δηλαδή “όχι δύο φορές για το ίδιο πράγμα”. Αυτή η αρχή:
Προστατεύει τη σταθερότητα των δικαστικών αποφάσεων
Αποτρέπει την κατάχρηση των ενδίκων μέσων
Υποστηρίζει την ταχεία απονομή της δικαιοσύνης
Με άλλα λόγια, ο νόμος εξαναγκάζει τον διάδικο να συγκεντρώσει όλα τα επιχειρήματα και τις αιτιάσεις του σε ένα δικόγραφο έφεσης. Εάν επιθυμεί να συμπληρώσει λόγους, αυτό γίνεται μόνο μέσω πρόσθετων λόγων, όχι με νέα έφεση (άρθρο 520 παρ. 2 ΚΠολΔ).
✳️ Σχέση με άρθρο 218 ΚΠολΔ και η εξαίρεση του άρθρου 514
Κανονικά, σύμφωνα με το άρθρο 218 ΚΠολΔ, ο διάδικος μπορεί να σωρεύσει αιτήματα και βάσεις ελεύθερα. Όμως, το άρθρο 514 λειτουργεί ως εξαίρεση:
Εφόσον πρόκειται για ένδικο μέσο, η σωρευτική προώθηση όλων των λόγων που το θεμελιώνουν είναι υποχρεωτική από την πρώτη φορά.
Αυτό σημαίνει ότι η έφεση πρέπει να είναι πλήρης εξαρχής και όχι να “χτίζεται” σταδιακά με νέες εφέσεις.
✅ Πρακτική συμβουλή
Για δικηγόρους και ενάγοντες, είναι κρίσιμο να ετοιμάζεται ένα πλήρες και ολοκληρωμένο δικόγραφο έφεσης, με όλους τους λόγους:
Που θεμελιώνουν το έννομο συμφέρον
Που αμφισβητούν την πρωτόδικη απόφαση
Που επιτρέπουν την εξέταση άλλων κεφαλαίων της υπόθεσης
Σε περίπτωση παράλειψης, η μόνη δυνατότητα είναι η προσθήκη λόγων έφεσης με το δικόγραφο πρόσθετων λόγων (εντός προθεσμιών), όχι δεύτερη νέα έφεση.
Συμπέρασμα
Η άσκηση δεύτερης έφεσης κατά της ίδιας απόφασης είναι νομικά επιτρεπτή, υπό την προϋπόθεση ότι:
Υπάρχει έννομο συμφέρον.
Τηρούνται οι προθεσμίες.
Δεν γίνεται καταχρηστικά.
Η διαδικασία είναι σημαντική για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων όλων των διαδίκων και λειτουργεί ως εγγύηση δίκαιης κρίσης.
Αν χρειάζεστε υποστήριξη για την άσκηση έφεσης ή δεύτερης έφεσης, συμβουλευτείτε έναν εξειδικευμένο δικηγόρο πολιτικής δικονομίας για ορθή και αποτελεσματική καθοδήγηση.